Αν παρατηρήσουμε τον άνθρωπο στη διάρκεια της ιστορίας της ζωής του πάνω στη γη, θα δούμε ότι αυτά που έχει καταφέρει είναι μόνο μετά από επικοινωνία, που έρχεται μετά από σύνδεση.
Η επικοινωνία της περισσότερες φορές σημαίνει συζήτηση.
Οι καλύτερες συζητήσεις όμως δεν είναι τέλεια προγραμματισμένες.
Μπορεί να μην ξέρεις πώς να ξεκινήσεις, μπορεί να αλλάζεις θέμα, μπορεί να έχεις μπερδέψει κάποια λόγια.
Στον πυρήνα τους όμως, όλες οι μεγάλες και βαθιές συζητήσεις έχουν έναν κοινό παράγοντα και αυτός είναι η ευαλωτότητα.
Αυτό σημαίνει πόσο αφήνω τον εαυτό μου να εκτεθεί μπροστά σε κάποιον που μπορεί να με κρίνει αρνητικά. Ευαλωτότητα δεν σημαίνει ότι είμαι συναισθηματικά ανασφαλής, ούτε ότι κλαίω συνέχεια και δεν μπορώ να ελέγξω τα συναισθήματά μου.
Αυτό που εννοούμε εδώ είναι ότι όταν μοιράζομαι κάτι το οποίο είναι δύσκολο για μένα και μπορεί εσύ να με κρίνεις παρατηρώ προσεκτικά τον τρόπο που θα αντιδράσεις πάνω σε αυτό.
Κι αν ο άλλος άνθρωπος κρατήσει την κριτική για τον εαυτό του και μοιραστεί κι εκείνος κάτι το οποίο μπορεί εγώ να κρίνω, τότε υπάρχει μεταξύ μας μία σύνδεση, μία βαθύτερη επικοινωνία.
Οι άνθρωποι συνδέονται, είναι έτοιμοι να ανταλλάξουν απόψεις και να ακούσουν πιο βαθιά της έννοιες πίσω από τις λέξεις, όταν μπορούν να μιλήσουν ανοιχτά και ελεύθερα.
Στην περίπτωση της ανοιχτής επικοινωνίας και της βαθιάς σύνδεσης, έχει παρατηρηθεί ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος συγχρονίζεται με τον εγκέφαλο του συνομιλητή του. Η αναπνοή και οι χτύποι της καρδιάς μεταξύ των δύο συνομιλητών που συνδέονται, συγχρονίζονται.
Όταν δύο άνθρωποι έχουνε μία βαθιά και όμορφη συζήτηση τότε ο εγκέφαλός τους, εκκρίνει ντοπαμίνη. Αυτό είναι που κάνει τους ανθρώπους να νιώθουν καλύτερα, μετά από κάθε ουσιαστική συζήτηση.
Τις περισσότερες φορές όταν ένας άνθρωπος μοιράζεται μαζί μας ένα δικό του πρόβλημα εμείς προσπαθούμε να του βρούμε λύση.
Αυτό δεν βοηθάει την επικοινωνία μας, αντίθετα, μας απομακρύνει.
Στην ουσία ο άνθρωπος που μοιράζεται ένα πρόβλημα θέλει να ακουστεί. Θέλει αυτιά να τον ακούσουν, μάτια να τον κοιτάξουν και απλά να του πουν σε καταλαβαίνω, πες μου και άλλα γι’ αυτό.
Επειδή στην ουσία όταν συζητάω για ένα θέμα δεν είναι αποκλειστικά το θέμα το οποίο θέλω να συζητήσω. Πίσω από αυτό κρύβονται άλλες ανάγκες.
Υπάρχουνε λοιπόν συζητήσεις που είναι πρακτικές.
Αυτές επεξεργάζονται τη λύση ενός θέματος και ποιος είναι ο στόχος.
Υπάρχουνε οι συναισθηματικές συζητήσεις, η οποίες μοιράζονται συναισθήματα και έχουν την ανάγκη τις αναγνώρισης αυτού του συναισθήματος δηλ. το τι νιώθουν οι άνθρωποι.
Υπάρχουνε και οι συζητήσεις κοινωνικού περιεχομένου, για το πώς οι άνθρωποι συνδέονται μεταξύ τους και πώς αλληλεπιδρούν. Με άλλα λόγια ποιοι είμαστε και ποιος είναι ο ρόλος μας.
Αυτό που μας κάνει καλύτερους στην επικοινωνία είναι το να προσέχω και να δίνω ολόκληρη την συγκέντρωσή μου σε αυτό που μου λέει ο συνομιλητής μου. Να ανοίγω τα αυτιά μου και να κλείνω το στόμα μου, έτσι ώστε όταν θα έρθει η ώρα να απαντήσω, να γνωρίζω πραγματικά το θέμα.
Άρα καταλαβαίνουμε ότι χρειάζονται συγκεκριμένες δεξιότητες για καλή επικοινωνία και φυσικά εξάσκηση πάνω σ’ αυτές, για να έχουμε καλύτερα αποτελέσματα.
Μία βασική δεξιότητα είναι να κάνουμε περισσότερες ερωτήσεις πάνω στο θέμα στο οποίο ανοίγει συνομιλητής μας.
Οι πιο σημαντικές ερωτήσεις οι οποίες μπορούμε να κάνουμε είναι πάνω στις αξίες των ανθρώπων, στα πιστεύω τους και στις εμπειρίες τους.
Η επόμενη σημαντική δεξιότητα είναι να αποδείξουμε στο συνομιλητή μας ότι πραγματικά τον ακούμε.
Δηλαδή να ρωτήσουμε περισσότερα πάνω σε αυτό που ακούσαμε, να υπάρχει βλεμματική επαφή και πραγματική σύνδεση με ένα κούνημα του κεφαλιού ή με ένα νεύμα, να επαναλαμβάνουμε με δικά μας λόγια, όλα αυτά που ακούσαμε και τέλος να ρωτήσουμε αν αυτά που έχουμε επαναλάβει ήτανε αυτά που έχουν ειπωθεί από τον συνομιλητή μας.
Έτσι μία συζήτηση έχει περισσότερες πιθανότητες να φτάσει σε έναν στόχο.
Φεύγοντας από μία συζήτηση αυτό που χρειάζεται να έχουμε καταφέρει είναι το να μπορέσει ο ένας να δει με τα μάτια του άλλου. Δεν χρειάζεται να έχουμε συμφωνήσει.
Μπορεί να συνεχίζουμε να διαφωνούμε αλλά έχουμε αναγνωρίσει την διαφορετική οπτική που έχει ο άλλος άνθρωπος.
Το πιο σημαντικό είναι να καταλάβουμε ότι η ευγένεια, η σταθερότητα και η συναισθηματική ισορροπία είναι δεξιότητες οι οποίες σώζουν την επικοινωνία την κάνουν πιο βαθιά και πιο ενδιαφέρουσα.
Όπως πάντα έχετε την αγάπη μου.
